πρωτομηνιάτικος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πρωτομηνιάτικος < πρωτομηνιά + -τικός < ελληνιστική κοινή *πρωτομηνία (δωρικός τύπος : πρατομηνία) < αρχαία ελληνική πρῶτος + μήν
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pɾo.to.miˈɲa.ti.kos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πρω‐το‐μη‐νιά‐τι‐κος
Επίθετο[επεξεργασία]
πρωτομηνιάτικος
- που έχει σχέση με την πρωτομηνιά ή αναφέρεται σ’ αυτή
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις πρωτομηνιά, πρώτος και μήνας
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πρωτομηνιάτικος
|
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -τικός (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)