ψυχρόαιμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ψύχραιμος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ψυχρόαιμος η ψυχρόαιμη το ψυχρόαιμο
      γενική του ψυχρόαιμου της ψυχρόαιμης του ψυχρόαιμου
    αιτιατική τον ψυχρόαιμο την ψυχρόαιμη το ψυχρόαιμο
     κλητική ψυχρόαιμε ψυχρόαιμη ψυχρόαιμο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ψυχρόαιμοι οι ψυχρόαιμες τα ψυχρόαιμα
      γενική των ψυχρόαιμων των ψυχρόαιμων των ψυχρόαιμων
    αιτιατική τους ψυχρόαιμους τις ψυχρόαιμες τα ψυχρόαιμα
     κλητική ψυχρόαιμοι ψυχρόαιμες ψυχρόαιμα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ψυχρόαιμος < ψυχρός + -ο- + αίμα + -ος ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική cold-blooded)

Επίθετο[επεξεργασία]

ψυχρόαιμος, -η, -ο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]