-ειος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: -είος, -εῖος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο -ειος η -εια το -ειο
      γενική του -ειου της -ειας του -ειου
    αιτιατική τον -ειο τη(ν) -εια το -ειο
     κλητική -ειε -εια -ειο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι -ειοι οι -ειες τα -εια
      γενική των -ειων των -ειων των -ειων
    αιτιατική τους -ειους τις -ειες τα -εια
     κλητική -ειοι -ειες -εια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
κλίση για λόγιες, αρχαιοπρεπείς λέξεις
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο -ειος η -εια
-ειος
το -ειο
      γενική του -ειου
-είου
της -ειας
-είου
του -ειου
-είου
    αιτιατική τον -ειο τη(ν) -εια
-ειο
το -ειο
     κλητική -ειε -εια
-ειε
-ειο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι -ειοι οι -ειες
-ειοι
τα -εια
      γενική των -ειων
-είων
των -ειων
-είων
των -ειων
-είων
    αιτιατική τους -ειους
-είους
τις -ειες
-είους
τα -εια
     κλητική -ειοι -ειες
-ειοι
-εια
Οι δεύτεροι τύποι, λόγιοι, από την αρχαία κλίση.
Κατηγορία όπως «ευκλείδειος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-ειος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -ειος < -ιος

Προφορά[επεξεργασία]

  • ΔΦΑ : /i.os/ (για λόγιες ή αρχαίες λέξεις)
  • με συνίζηση ανάλογα με το προγούμενο σύμφωνο (νεότερες λέξεις)

Επίθημα[επεξεργασία]

-ειος, -α, -ο

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

και

Πηγές[επεξεργασία]


Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-ειος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -ειος < -ιος

Επίθημα[επεξεργασία]

-ειος

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

και



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική -ειος -εί τὸ -ειον
      γενική τοῦ -είου τῆς -είᾱς τοῦ -είου
      δοτική τῷ -εί τῇ -εί τῷ -εί
    αιτιατική τὸν -ειον τὴν -είᾱν τὸ -ειον
     κλητική ! -ειε -εί -ειον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ -ειοι αἱ -ειαι τὰ -ει
      γενική τῶν -είων τῶν -είων τῶν -είων
      δοτική τοῖς -είοις ταῖς -είαις τοῖς -είοις
    αιτιατική τοὺς -είους τὰς -είᾱς τὰ -ει
     κλητική ! -ειοι -ειαι -ει
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ -είω τὼ -εί τὼ -είω
      γεν-δοτ τοῖν -είοιν τοῖν -είαιν τοῖν -είοιν
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'λόγιος' όπως «λόγιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-ειος < θεματικό ε + -ιος σε παρεκτάσεις όπως ε-ιος (*es-jo, *e-jo) που αργότερα αυτονομήθηκε
  • ή *Ϝ-ιος που έδωσε το αττικό επίθημα -είος [1]

Επίθημα[επεξεργασία]

-ειος, -α, -ον

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

  • -εῖος (επίθημα αττικής διαλέκτου)

Παράγωγα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

και

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 

Πηγές[επεξεργασία]