Ασσάμ
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /aˈsam/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ασ‐σάμ
Μεταγραφή
[επεξεργασία]
Ασσάμ θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Ασσάμ στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ασσάμ
|
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από τη γλώσσα χίντι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Μεταγραφές (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Πολιτείες της Ινδίας (νέα ελληνικά)
- Πολιτείες (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ινδίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)