Γιαουρτάς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Γιαουρτάς < επάγγελμα γιαουρτάς
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Γιαουρτάς αρσενικό (θηλυκό Γιαουρτά)
Δείτε επίσης : γιαουρτάς |
Γιαουρτάς αρσενικό (θηλυκό Γιαουρτά)