επιτροπή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fr |
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη en |
||
Γραμμή 59: | Γραμμή 59: | ||
[[chr:επιτροπή]] |
[[chr:επιτροπή]] |
||
[[en:επιτροπή]] |
|||
[[fr:επιτροπή]] |
[[fr:επιτροπή]] |
||
[[mg:επιτροπή]] |
[[mg:επιτροπή]] |
Αναθεώρηση της 00:48, 12 Αυγούστου 2016
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- επιτροπή < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επιτροπή θηλυκό
- πολυμελές (συνήθως) διοικητικό όργανο που είτε έχει αποφασιστικές αρμοδιότητες ή συγκροτείται για να μελετήσει κάτι και να προτείνει λύσεις
- η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος εκλέγεται από το συνέδριο
- η Ευρωπαϊκή Επιτροπή
- λέγεται ότι αν θέλεις να αναβάλεις κάτι, προτείνεις τη σύσταση μιας επιτροπής
Μεταφράσεις
επιτροπή