Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ζαπορίζια

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Ζαπορίζια
      γενική της Ζαπορίζιας
    αιτιατική τη Ζαπορίζια
     κλητική Ζαπορίζια
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Ζαπορίζια < αγγλική Zaporizhzhia < ουκρανική Запоріжжя (Zaporížžja) < за (za: πέρα από) + пороги (poróhy: γρήγορος, ορμητικός), πληθυντικός του поріг (poríh: ορμητικός ποταμός, πέρασμα ποταμού)

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Ζαπορίζια θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]