Καργόπουλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Καργόπουλος | οι | Καργόπουλοι & Καργοπουλαίοι1 |
γενική | του | Καργόπουλου & Καργοπούλου |
των | Καργόπουλων2 & Καργοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Καργόπουλο | τους | Καργόπουλους3 & Καργοπουλαίους |
κλητική | Καργόπουλε | Καργόπουλοι & Καργοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Καργοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Καργοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Καργόπουλος αρσενικό (θηλυκό Καργοπούλου)