Κλωνίον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]καθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση) | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | Κλωνίον | τὰ | Κλωνία | ||||
γενική | τοῦ | Κλωνίου | τῶν | Κλωνίων | ||||
δοτική | τῷ | Κλωνίῳ | τοῖς | Κλωνίοις | ||||
αιτιατική | τὸ | Κλωνίον | τὰ | Κλωνία | ||||
κλητική ὦ! | Κλωνίον | Κλωνία | ||||||
Συνήθως στον ενικό | ||||||||
2η κλίση, Κατηγορία 'τέκνον' όπως «τέκνον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Κλωνίον < → δείτε τη λέξη Κλωνί
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /kloˈni.on/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κλω‐νί‐ον
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κλωνίον ουδέτερο
- (καθαρεύουσα) χωριό της Φθιώτιδας, το Κλωνί