Κουκοβιστιανός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κουκοβιστιανός οι Κουκοβιστιανοί
      γενική του Κουκοβιστιανού των Κουκοβιστιανών
    αιτιατική τον Κουκοβιστιανό τους Κουκοβιστιανούς
     κλητική Κουκοβιστιανέ Κουκοβιστιανοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κουκοβιστιανός < Κουκοβίστ(α) + -ιανός

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ku.ko.vi.stçaˈnos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κου‐κο‐βι‐στια‐νός

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Κουκοβιστιανός αρσενικό (θηλυκό Κουκοβιστιανή)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]