Μονοδενδρίτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μονοδενδρίτης οι Μονοδενδρίτες
      γενική του Μονοδενδρίτη των Μονοδενδριτών
    αιτιατική τον Μονοδενδρίτη τους Μονοδενδρίτες
     κλητική Μονοδενδρίτη Μονοδενδρίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Μονοδενδρίτης < Μονοδένδρ(ι) + -ίτης

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /mo.no.ðenˈðɾi.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μο‐νο‐δεν‐δρί‐της

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Μονοδενδρίτης αρσενικό (θηλυκό Μονοδενδρίτισσα)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]