Περούτζα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Περούτζα | οι | Περούτζες |
γενική | της | Περούτζας | — | |
αιτιατική | την | Περούτζα | τις | Περούτζες |
κλητική | Περούτζα | Περούτζες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Περούτζα < (άμεσο δάνειο) ιταλική Perugia, μεταγραφή με ελληνικά γράμματα της ιταλικής προφοράς [peˈruːdʒa]. Συνήθης στα ελληνικά είναι και η μεταγραφή Περούτζια.
Προφορά
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Περούτζα θηλυκό άκλιτο στον ενικό
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Περούτζα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Περούτζα
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πόλεις της Ιταλίας (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ιταλίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)