Σέτα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈse.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σέ‐τα

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Σέτα
      γενική της Σέτας
    αιτιατική τη Σέτα
     κλητική Σέτα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Σέτα < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σέτα θηλυκό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

Σέτα < από το ιταλικά seta, μετάξι.• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σέτα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]