Τρανός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Τρανός | οι | Τρανοί |
γενική | του | Τρανού | των | Τρανών |
αιτιατική | τον | Τρανό | τους | Τρανούς |
κλητική | Τρανέ | Τρανοί | ||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σολωμός (κλίση: ναός)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Τρανός < τρανός
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Τρανός αρσενικό (θηλυκό Τρανού)