αεριοταμιευτήρας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αεριοταμιευτήρας < αέριο + -ο- + ταμιευτήρας
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αεριοταμιευτήρας αρσενικό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αεριοταμιευτήρας
|