αποφλοιωτήρας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αποφλοιωτήρας οι αποφλοιωτήρες
      γενική του αποφλοιωτήρα των αποφλοιωτήρων
    αιτιατική τον αποφλοιωτήρα τους αποφλοιωτήρες
     κλητική αποφλοιωτήρα αποφλοιωτήρες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αποφλοιωτήρας < αποφλοιώ(νω) + -τήρας

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.po.fli.oˈti.ras/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐πο‐φλοι‐ω‐τή‐ρας

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αποφλοιωτήρας ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]