αυριανισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αυριανισμός οι αυριανισμοί
      γενική του αυριανισμού των αυριανισμών
    αιτιατική τον αυριανισμό τους αυριανισμούς
     κλητική αυριανισμέ αυριανισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αυριανισμός < εφημερίδα Αυριανή + -ισμός[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.vɾi.a.niˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αυ‐ρι‐α‐νι‐σμός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αυριανισμός αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]