Μετάβαση στο περιεχόμενο

βαζάκι

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βαζάκι τα βαζάκια
      γενική
    αιτιατική το βαζάκι τα βαζάκια
     κλητική βαζάκι βαζάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βαζάκι < υποκοριστικό του βάζο

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

βαζάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε βάζο