βυβλιοθήκη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | βυβλιοθήκη | αἱ | βυβλιοθῆκαι |
γενική | τῆς | βυβλιοθήκης | τῶν | βυβλιοθηκῶν |
δοτική | τῇ | βυβλιοθήκῃ | ταῖς | βυβλιοθήκαις |
αιτιατική | τὴν | βυβλιοθήκην | τὰς | βυβλιοθήκᾱς |
κλητική ὦ! | βυβλιοθήκη | βυβλιοθῆκαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | βυβλιοθήκᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | βυβλιοθήκαιν | ||
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'γνώμη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
βυβλιοθήκη θηλυκό
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως η ομάδα 'γνώμη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'γνώμη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'γνώμη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνιστική κοινή
- Ουσιαστικά (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)