γαλβανιστής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γαλβανιστής οι γαλβανιστές
      γενική του γαλβανιστή των γαλβανιστών
    αιτιατική τον γαλβανιστή τους γαλβανιστές
     κλητική γαλβανιστή γαλβανιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γαλβανιστής < γαλβανίζω, γαλβανισ- + -τής

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γαλβανιστής αρσενικό [1]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .