δικαιοκρίτρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η δικαιοκρίτρα οι δικαιοκρίτρες
      γενική της δικαιοκρίτρας
    αιτιατική τη δικαιοκρίτρα τις δικαιοκρίτρες
     κλητική δικαιοκρίτρα δικαιοκρίτρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δικαιοκρίτρα < δικαιοκρίτης + κατάληξη θηλυκού -τρα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ði.ce.oˈkɾi.tɾa/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

δικαιοκρίτρα θηλυκό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]