εἰκός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἐοικός

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Πρότυπο:grc-κλίση-'συμβεβηκός'

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

εἰκός: ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο της μετοχής εἰκώς του ἔοικα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

εἰκός, -ότος

  1. σε απρόσωπες εκφράσεις: εἰκός ἐστι: φαίνεται
     συνώνυμα: απρόσωπο ἔοικε
    ὡς εἰκός (όπως φαίνεται)
    ὡς τὸ εἰκός ※  5ος/4ος↑ αιώνας Πλάτων, Φαίδων, 67a , Πλάτων, Πολιτεία, 3, 407d
    οἷον εἰκός Πλάτων, Πολιτεία, 3, 406c
    καθάπερ εἰκός Πλάτων, Τίμαιος, 24d
  2. το πιθανό, η πιθανότητα
    ※  5ος↑ αιώνας Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 1
    ἐκ τοῦ εἰκότος 4, 17
    κατὰ τὸ εἰκός (κατά πάσα πιθανότητα) 1, 121
    τὸ οὐκ εἰκός (απίθανο) 2, 89
    τῷ εἰκότι 6, 18

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

εἰκός: κλιτικός τύπος

Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]

εἰκός

Πηγές[επεξεργασία]