ζεβζεκιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ζεβζεκιά οι ζεβζεκιές
      γενική της ζεβζεκιάς των ζεβζεκιών
    αιτιατική τη ζεβζεκιά τις ζεβζεκιές
     κλητική ζεβζεκιά ζεβζεκιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζεβζεκιά < από το οθωμανικό zevzek

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζεβζεκιά θηλυκό

Στην πάρλα και στη ζεβζεκιά ο Γιάννης είναι ιδιοφυΐα.
Βαρέθηκα τα νάζια της και τις ζεβζεκιές της, θα την χωρίσω!


Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]