κεσεδάρης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- κεσεδάρης < οθωμανική τουρκική • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ce.seˈða.ɾis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κε‐σε‐δά‐ρης
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]κεσεδάρης αρσενικό
- (ιστορία, παρωχημένο) ο αρχιδήμιος
- ※ Ὁ Κεσεδάρης ἀπήγαγε τὸν πατριάρχην εἰς τὴν παραθαλάσσιαν οἰκίαν τοῦ Μποσταντζήμπαση, ὅστις ἰδὼν τὸν γέροντα, τὸν μέλλοντα μάρτυρα, ἤρξατο νὰ τὸν παρηγορῇ διὰ τὴν κατάβασιν αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ θρόνου, εἰπὼν, ὅτι ὁ σουλτάνος, τρὶς ἀναβιβάσας αὐτὸν εἰς τὸν πατριαρχικὸν θρόνον, ἐκ νέου θὰ τὸν ἀναβιβάσῃ.
- Παπαδόπουλος, Γρηγόριος (1865), Τα κατά των αοιδίμων πρωταθλητών του ιερού των Ελλήνων αγώνος τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριον τον Ε′, Εν Αθήναις: Εθνικό Τυπογραφείο, σελ. 23
- ※ Καί ὅταν ὁ μητροπολίτης Πισιδίας Εὐγένιος πού ἐκλέχτηκε, ξαναγύριζε ἀπό τήν Πύλη, ό κεσεδάρης ἔπαιρνε διαταγή νά ἐκτελέσει τό Γρηγόριο.
- Μαραβελέας, Γεώργιος (1983), Η Επανάσταση του 1821 σε σαράντα μονογραφίες, Αθήνα: ΔΕΚ/ΓΕΣ, σελ. 121
- ※ Τη μέρα του Πάσχα του 1821, 10 Απριλίου, έφτασε στο Πατριαρχείο ο νέος διερμηνέας Σταυράκης Αριστάρχης, που είπε στον Γρηγόριο να συγκεντρωθούν στην αίθουσα όλοι οι συνοδικοί, οι προύχοντες και όσοι είχαν δικαίωμα ψήφου για τα ζητήματα του Πατριαρχείου. Σύντομα, η αίθουσα γέμισε από Τούρκους αξιωματούχους. Ανάμεσά τους, ήταν και ο κεσεδάρης, ο αρχιδήμιος.
- Ο απαγχονισμός του Γρηγορίου Ε’ από τους Τούρκους (20 Μαρτίου 2021), Πρώτο Θέμα
- ※ Ὁ Κεσεδάρης ἀπήγαγε τὸν πατριάρχην εἰς τὴν παραθαλάσσιαν οἰκίαν τοῦ Μποσταντζήμπαση, ὅστις ἰδὼν τὸν γέροντα, τὸν μέλλοντα μάρτυρα, ἤρξατο νὰ τὸν παρηγορῇ διὰ τὴν κατάβασιν αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ θρόνου, εἰπὼν, ὅτι ὁ σουλτάνος, τρὶς ἀναβιβάσας αὐτὸν εἰς τὸν πατριαρχικὸν θρόνον, ἐκ νέου θὰ τὸν ἀναβιβάσῃ.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] κεσεδάρης
→ δείτε τη λέξη αρχιδήμιος |
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'μανάβης' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα οθωμανικά τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιστορία (νέα ελληνικά)
- Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (καθαρεύουσα)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)