λεπτοδείκτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο λεπτοδείκτης οι λεπτοδείκτες
      γενική του λεπτοδείκτη των λεπτοδεικτών
    αιτιατική τον λεπτοδείκτη τους λεπτοδείκτες
     κλητική λεπτοδείκτη λεπτοδείκτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λεπτοδείκτης < λεπτό + -δείκτης

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

λεπτοδείκτης αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]