λιγνιτοπαραγωγή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
λιγνιτοπαραγωγή θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λιγνιτοπαραγωγή
|
λιγνιτοπαραγωγή θηλυκό
|