μαλεβιζιώτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Μαλεβιζιώτης

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μαλεβιζιώτης οι μαλεβιζιώτες
      γενική του μαλεβιζιώτη των μαλεβιζιωτών
    αιτιατική τον μαλεβιζιώτη τους μαλεβιζιώτες
     κλητική μαλεβιζιώτη μαλεβιζιώτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μαλεβιζιώτης < τοπωνύμιο Μαλεβίζ(ι) (δήμος στην Κρήτη) + -ιώτης

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ma.le.viˈzʝo.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μα‐λε‐βι‐ζιώ‐της

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μαλεβιζιώτης αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • μαλεβιζιώτηςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)