μεγαλόνησος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /me.ɣaˈlo.ni.sos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : με‐γα‐λό‐νη‐σος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μεγαλόνησος θηλυκό
- (γεωγραφία) οποιοδήποτε νησί;ιδιαίτερα μεγάλου μεγέθους
- (ειδικότερα) συνήθης ονομασία της Κρήτης και της Κύπρου
Συγγενικά[επεξεργασία]
- Μεγαλόνησος (τοπωνύμιο)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μεγαλόνησος
|
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ μεγαλόνησος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας