Μετάβαση στο περιεχόμενο

μεταβλητή

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μεταβλητή < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου μεταβλητός

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /me.ta.vliˈti/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μεταβλητή
ομόηχο: μεταβλητοί

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μεταβλητή θηλυκό

  1. (μαθηματικά) η κυμαινόμενη τιμή
  2. (λογική)  δείτε τον όρο προτασιακή μεταβλητή
  3. (προγραμματισμός) ονοματισμένη η θέση στη μνήμη υπολογιστή όπου ένα πρόγραμμα μπορεί να αποθηκεύσει και να ανακαλέσει πληροφορίες, που περιέχονται σε αρχέγονους (primitive) ή σύνθετους τύπους δεδομένων (composite, compound)

Υπώνυμα

[επεξεργασία]

πληροφορική:

πληροφορική (εμβέλεια):

Πολυλεκτικοί όροι

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

μεταβλητή



Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

μεταβλητή