μπήχτρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μπήχτρα οι μπήχτρες
      γενική της μπήχτρας
    αιτιατική την μπήχτρα τις μπήχτρες
     κλητική μπήχτρα μπήχτρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μπήχτρα < μπηχ- (< μπήγω) + -τρα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μπήχτρα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Παναγιώτης Κουσαθανάς, επιμ. (²2002), Όρτσ' αλά μπάντα! Αναδρομικός διάπλους στην παλιά Μύκονο. Αθήνα: Εκδόσεις Ίνδικτος & Δήμος Μυκόνου. ISBN 960-518-134-7, σελ. 451.