μπερντάχι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μπερντάχι τα μπερντάχια
      γενική
    αιτιατική το μπερντάχι τα μπερντάχια
     κλητική μπερντάχι μπερντάχια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μπερντάχι < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική ? (τουρκική perdah) < περσική پرداخت (pardākht)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μπερντάχι ουδέτερο

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. «μπερντάχι, μπερντάκι, περντάχι (λαϊκ.)» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)