νευροψυχολόγος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η νευροψυχολόγος οι νευροψυχολόγοι
      γενική του/της νευροψυχολόγου των νευροψυχολόγων
    αιτιατική τον/τη νευροψυχολόγο τους/τις νευροψυχολόγους
     κλητική νευροψυχολόγε νευροψυχολόγοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νευροψυχολόγος < νεύρο + ψυχολόγος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

νευροψυχολόγος αρσενικό ή θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]