παλαιοϊστολογία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παλαιοϊστολογία οι παλαιοϊστολογίες
      γενική της παλαιοϊστολογίας των παλαιοϊστολογιών
    αιτιατική την παλαιοϊστολογία τις παλαιοϊστολογίες
     κλητική παλαιοϊστολογία παλαιοϊστολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παλαιοϊστολογία < παλαιο- + ιστολογία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παλαιοϊστολογία θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]