προσφώνησις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική προσφώνησῐς αἱ προσφωνήσεις
      γενική τῆς προσφωνήσεως τῶν προσφωνήσεων
      δοτική τῇ προσφωνήσει ταῖς προσφωνήσεσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν προσφώνησῐν τὰς προσφωνήσεις
     κλητική ! προσφώνησῐ προσφωνήσεις
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  προσφωνήσει
γεν-δοτ τοῖν  προσφωνησέοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'δύναμις' όπως «δύναμις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προσφώνησις < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

προσφώνησις, -εως θηλυκό (ελληνιστική κοινή)

  1. προσφώνηση
  2. ζητούμενο λήμμα

Συγγενικά[επεξεργασία]

  • (Χρειάζεται επεξεργασία)

Πηγές[επεξεργασία]