προχθές
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προχθές < ελληνιστική προχθές < προ- (πριν από) + χθες
Επίρρημα[επεξεργασία]
προχθές (χωρίς παραθετικά) και προχτές
[επεξεργασία]
προχθές | χθες | σήμερα | αύριο | μεθαύριο |
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προχθές