σεληνάκατος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /sɛ.liˈna.ka.tɔs/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σεληνάκατος θηλυκό
- μικρό επανδρωμένο όχημα για την προσεδάφιση στη Σελήνη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σεληνάκατος