συμβουλία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική συμβουλί αἱ συμβουλίαι
      γενική τῆς συμβουλίᾱς τῶν συμβουλιῶν
      δοτική τῇ συμβουλί ταῖς συμβουλίαις
    αιτιατική τὴν συμβουλίᾱν τὰς συμβουλίᾱς
     κλητική ! συμβουλί συμβουλίαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  συμβουλί
γεν-δοτ τοῖν  συμβουλίαιν
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

συμβουλία < σύμβουλος + -ία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

συμβουλία θηλυκό

  1. συμβουλή
  2. γνωμάτευση
  3. (ιατρική ή άλλη) συνταγή, οδηγίες

Πηγές[επεξεργασία]