συσκέπτομαι
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- συσκέπτομαι < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή συσκέπτομαι. Μορφολογικά αναλύεται σε συ- + σκέπτομαι.
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /siˈsce.pto.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : συ‐σκέ‐πτο‐μαι
Ρήμα
[επεξεργασία]συσκέπτομαι, αόρ.: συσκέφθηκα (αποθετικό ρήμα)
- μετέχω σε συνάντηση στην οποία συζητιέται κάποιο ζήτημα και λαμβάνεται κάποια απόφαση απ’ όσους μετέχουν στη σύσκεψη
Συγγενικά
[επεξεργασία]- συσκεπτόμενος
- σύσκεψη
- → δείτε τις λέξεις συν και σκέπτομαι
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Κλίση
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] συσκέπτομαι
Πηγές
[επεξεργασία]- συσκέπτομαι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- συσκέπτομαι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- συσκέπτομαι (ελληνιστική κοινή) < συ- + αρχαία ελληνική σκέπτομαι
Ρήμα
[επεξεργασία]συσκέπτομαι (ελληνιστική κοινή)
Παράγωγα
[επεξεργασία]
Πηγές
[επεξεργασία]- συσκέπτομαι - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα συ- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ρήματα χωρίς ενεργητική φωνή (νέα ελληνικά)
- Ρήματα χωρίς μετοχή παθητικού παρακειμένου (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες κλίσεις (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα συ- (ελληνιστική κοινή)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Δημιουργία λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Ρήματα (ελληνιστική κοινή)
- Ρηματικές φωνές (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)