Μετάβαση στο περιεχόμενο

τρισεκατομμύριο

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τρισεκατομμύριο τα τρισεκατομμύρια
      γενική του τρισεκατομμύριου
& τρισεκατομμυρίου
των τρισεκατομμύριων
& τρισεκατομμυρίων
    αιτιατική το τρισεκατομμύριο τα τρισεκατομμύρια
     κλητική τρισεκατομμύριο τρισεκατομμύρια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τρισεκατομμύριο < λείπει η ετυμολογία

Αριθμητικό

[επεξεργασία]

τρισεκατομμύριο

  • το 1 ακολουθούμενο από 12 μηδενικά (1.000.000.000.000), 1012

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

τρισεκατομμύριο ουδέτερο

  • χρηματικό ποσό του ενός τρισεκατομμυρίου
Το Α.Ε.Π. της Ιταλίας υπερβαίνει το ένα τρισεκατομμύριο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]