υποπρόταση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υποπρόταση οι υποπροτάσεις
      γενική της υποπρότασης* των υποπροτάσεων
    αιτιατική την υποπρόταση τις υποπροτάσεις
     κλητική υποπρόταση υποπροτάσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, υποπροτάσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Η εντολή UPDATE της SQL με τρεις υποπροτάσεις (clauses) από τις οποίες η WHERE είναι προαιρετική

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υποπρόταση < υπο- + πρόταση

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

υποπρόταση θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]