Μετάβαση στο περιεχόμενο

φραγκάκι

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φραγκάκι τα φραγκάκια
      γενική
    αιτιατική το φραγκάκι τα φραγκάκια
     κλητική φραγκάκι φραγκάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φραγκάκι < φράγκο + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φραγκάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε φράγκο