Μετάβαση στο περιεχόμενο

φυλετισμός

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο φυλετισμός οι φυλετισμοί
      γενική του φυλετισμού των φυλετισμών
    αιτιατική τον φυλετισμό τους φυλετισμούς
     κλητική φυλετισμέ φυλετισμοί
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φυλετισμός < (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική racisme.[1]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φυλετισμός αρσενικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. φυλετισμός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)