Μετάβαση στο περιεχόμενο

χατίρι

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χατίρι τα χατίρια
      γενική του χατιριού των χατιριών
    αιτιατική το χατίρι τα χατίρια
     κλητική χατίρι χατίρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χατίρι < (άμεσο δάνειο) τουρκική hatır "χάρη" < αραβική خاطر (χātir)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χατίρι ουδέτερο

  1. χάρη
      Τέλος, δε χαλούσε χατίρι σε κανέναν, εξυπηρετούσε όχι μόνο το χωριό αλλά και τα γυροχώριουλα, και το τεφτέρι του ήτανε συνεχώς γεμάτο βερεσέδια. (Το χαρκιδιό: Ένας παραδοσιακός θησαυρός του Εμμανουήλ Φωτάκη, neakriti.gr, 21/09/2020 )
  2. μεροληπτική συμπεριφορά

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]