χοντράδι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χοντράδι τα χοντράδια
      γενική του χοντραδιού των χοντραδιών
    αιτιατική το χοντράδι τα χοντράδια
     κλητική χοντράδι χοντράδια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χοντράδι < χόντρος + -άδι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χοντράδι ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]