χρονομηχανή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χρονομηχανή < χρονο- + -μηχανή, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική time machine
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xɾo.no.mi.xaˈni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χρο‐νο‐μη‐χα‐νή
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χρονομηχανή θηλυκό
- (νεολογισμός) υποθετική μηχανή που επιτρέπει το ταξίδι στο χρόνο, που μπορεί να σε μεταφέρει στο μέλλον και το παρελθόν
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χρονομηχανή
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα χρονο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -μηχανή (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)