Ἀβρινάται

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ Ἀβρινάται
      γενική τῶν Ἀβρινατῶν
      δοτική τοῖς Ἀβρινάταις
    αιτιατική τοὺς Ἀβρινάτᾱς
     κλητική ! Ἀβρινάται
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ Ἀβρινάτ
γεν-δοτ τοῖν Ἀβρινάταιν
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'τοξότης' όπως «τοξότης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ἀβρινάται < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ἀβρινάται αρσενικό στον πληθυντικό (ελληνιστική κοινή)

Πηγές[επεξεργασία]