Ἀβρινάται
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | οἱ | Ἀβρινάται |
γενική | τῶν | Ἀβρινατῶν |
δοτική | τοῖς | Ἀβρινάταις |
αιτιατική | τοὺς | Ἀβρινάτᾱς |
κλητική ὦ! | Ἀβρινάται | |
δυϊκός | ||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἀβρινάτᾱ |
γεν-δοτ | τοῖν | Ἀβρινάταιν |
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. | ||
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'τοξότης' όπως «τοξότης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ἀβρινάται < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ἀβρινάται αρσενικό στον πληθυντικό (ελληνιστική κοινή)
- (εθνικό όνομα) ονομασία αρχαίου λαού του Πόντου, που αναφέρει ο Στέφανος Βυζάντιος
Πηγές[επεξεργασία]
- Ἀβρινάται - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως η ομάδα 'στρατιώτης' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'τοξότης' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τοξότης' στον πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά στον πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως τα -ης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Εθνικά ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)