Aaron
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Aaron (fr)
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Aaron (fr) (Ăărōn) (άκλιτο ή τριτόκλιτο)
- Ααρών (αδερφός του Μωυσή, αρχιερέας των Εβραίων)
- iratus Dominus in Mosen ait Aaron frater tuus Levites scio quod eloquens sit ecce ipse egreditur in occursum tuum vidensque te laetabitur corde (Vulgata, Exodus, 4, 14)
Κλίση[επεξεργασία]
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | Aaron | |
γενική | Aaronis | |
δοτική | Aaronī | |
αιτιατική | Aaronem | |
κλητική | Aaron | |
αφαιρετική | Aarone | |