Familie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | die Familie | die Familien |
γενική | der Familie | der Familien |
δοτική | der Familie | den Familien |
αιτιατική | die Familie | die Familien |
Familie (de) θηλυκό