accolade
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]accolade (en)
- ο έπαινος, η αναγνώριση
- το βραβείο
- το ιπποτικό χρίσμα
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
accolade | accolades |
accolade (fr) θηλυκό
- άγκιστρο στην τυπογραφία (τα σύμβολα { } )
- (αρχιτεκτονική) χαμηλό τόξο με καμπύλες προς τα κάτω και προς τα πάνω που μοιάζει με μαθηματική αγκύλη στη γοτθική αρχιτεκτονική
- το να περνά κανείς το μπράτσο γύρω από το λαιμό ή τους ώμους κάποιου, το αγκάλιασμα