advertisement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
advertisement advertisements

Ετυμολογία [επεξεργασία]

advertisement < άμεσο δάνειο από τη μέση γαλλική advertissement (δήλωση που εφιστά την προσοχή). Συγκρίνετε με τη γαλλική avertissement (προειδοποίηση). Μορφολογικά αναλύεται σε advertise + -ment. (μαρτυρείται από το 15ο αιώνα)[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ədˈvɜː.tɪs.mənt/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /æd.vɝːˈtaɪz.mənt/ (ΗΠΑ)
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: ad‐ver‐tise‐ment

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

advertisement (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)

  1. η διαφήμιση
  2. η αγγελία
  3. η σύσταση ενός συγκεκριμένου προσώπου, προϊόντος ή υπηρεσίας

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Υπώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. advertisement - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)

Πηγές[επεξεργασία]